Article content

Στο  Σπίτι Της  Σιωπής

Κατηγορία: Διηγήματα

Είμαι στο σπίτι σου τώρα. Το ξέρω άργησα κάπως, καταλαβαίνεις δεν ήταν εύκολο. Εδώ είναι η ζωή σου , η ζωή όλων μας. Ανοίγοντας την πόρτα με χτύπησε μία παγωνιά αμίλητη και επιθετική, που διαπέρασε και τύλιξε ολόκληρο το σώμα και την ψυχή μου. Μια σιωπή εύγλωττη μα και στεναχωρευτική, μια μοναξιά τυραννική, δεσποτική που πλημυρίζει κάθε γωνιά του σπιτιού και μια απουσία ακατανόητη.

Τα πράγματα γύρω ψιθυρίζουν και καλούν γνωστά και άγνωστα ονόματα . Ολούθε πλανιούνται μυρουδιές βγαλμένες απ’ τα χέρια σου, τα χέρια που βρίσκονταν παντού, να ξαναπλάσουν, να χαϊδέψουν, να κλείσουν τις πληγές , τα λάθη και τις παραλήψεις. Ήθελε να ’ρθει κι η Ειρήνη μας αλλά δεν άντεξε. Χρειάζεται λίγο χρόνο ακόμα…

Στα ραφάκια της κουζίνας τα φλιτζανάκια του καφέ, στο τραπεζάκι του χώλ το βάζο άδειο. Δεν σου άρεσαν ποτέ τα ψεύτικα άνθη, προτιμούσες τη φρεσκάδα πιο πολύ κι απ’ τα χρώματά τους . Παντού παρούσα η απουσία σου. Τα μαχαιροπήρουνα βαλμένα δίχως την τέλεια τάξη σου . Ένα βιβλίο ποίησης βρίσκεται σε αφύσικη θέση δίπλα στη τηλεόραση . Μπορεί να το άφησες στη μέση διαβάζοντας άλλη μιά φορά το αγαπημένο σου ‘’Μονόγραμμα’’ του Ελύτη, που πάσχιζες να το μάθεις απ’ έξω, χωρίς να το καταφέρνεις και τα έβαζες με τον εαυτό σου.  Η φρουτιέρα άδεια κι αυτή, αλλά εμένα μου μυρίζουν μήλα , πορτοκάλια και λεμόνια που ευωδιάζουν όλο το σπίτι.

Στέκω μπροστά στη ντουλάπα σου, είναι πιο δύσκολο τώρα .  Καταλαβαίνεις. Θ ‘ανοίξω και θ’ αντικρύσω τα ρούχα σου . Θα σε δω μπροστά μου ολόσωμη, ολοζώντανη, καλοντυμένη όπως πάντα , έτοιμη για έξοδο . Δεν θα την ανοίξω , άστην , την άλλη φορά. Εδώ στο κομοδίνο σου έχεις ξεχάσει τη χτένα σου και δύο τσιμπιδάκια κι ένα μισοτελειωμένο μπουκαλάκι άρωμα, το άρωμα που δεν άλλαξες ποτέ. Δεν έπρεπε να το έχουν αφήσει εδώ, δεν ήθελα να το βρώ. Και μια φωτογραφία…έκπληξη….είναι εντελώς άγνωστη σε μένα. Λέω γι’ αυτήν που είσαι με μιά παρέα, άκρη άκρη στη θάλασσα, τρώτε, και το κύμα φτάνει μέχρι τα πόδια σας . Γελαστοί , ευτυχισμένοι , τσουγκρίζετε τα ποτηράκια σας. Η πλάκα  είναι πως δεν γνωρίζω κανέναν και ο μπαμπάς δεν υπάρχει στην εικόνα. Δεν μου έχεις δείξει ποτέ αυτή τη φωτογραφία. Όλοι νέοι, όχι και πιτσιρίκια βέβαια, αλλά πολύ νέοι. Καταλαβαίνω, όλοι χρειαζόμαστε να διαφυλάξουμε ένα μικρό μυστικό μας…

Θα ‘θελε να ’ρθει και ο Λάμπης μας φυσικά, αλλά σκέψου τόσες χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, έχει δίκιο, μεγάλο ταξίδι. Εσύ έτσι κι αλλιώς θα τον συγχωρούσες τον γιόκα σου όπως πάντα άλλωστε. Ας είναι, δεν μας πειράζει, ποτέ δεν μας πείραξε, κι εμείς του έχουμε αδυναμία και το ξέρεις.

Πρέπει να φύγω τώρα.  Δεν θα θυμώσεις…;!    Να στο πω κι αυτό. Όταν θύμωνες ήσουν τόσο αστεία, γιατί δεν έπειθες κανέναν μας για το θυμό σου. Πιο πολύ έπαιζες μαζί μας και το ξέραμε και το’ ξερες και ’συ. Ήταν κάτι σαν ένα κρυφτό που ο ένας ήξερε που κρυβόταν ο άλλος.

Μακρύ ταξίδι έκανα θαρρώ, δεν μπορώ να μείνω άλλο στη ζωή που ξετυλίγεται μπροστά μου. Θα σταματήσω εδώ, θα φύγω. Δεν θέλω ψάχνοντας τα ίχνη των παλιών δρόμων και τις επώδυνες λεπτομέρειες. Φοβάμαι μην αποκαθηλώσω το σχήμα σου απ’ τους τοίχους , απ΄ το καρεκλάκι της κουζίνας, απ΄ το καναπεδάκι του σαλονιού. Θα ξανάρθω , θα τα λέμε…

25  Νοεμβρίου 2024

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *